Το αρχαίο Νεκρομαντείο βρίσκεται στο Μεσοπόταμο Πρέβεζας, στη θέση της αρχαίας Εφύρας. Αποκαλύφθηκε στις ανασκαφές που έγιναν το 1958-1964, κάτω από υπάρχον νεκροταφείο και από τη μονή του Αγίου Ιωάννου (του 18ου αιώνα). Τις ανασκαφές πραγματοποίησε ο καθηγητής της αρχαιολογίας Σ. Δάκαρης.
Εδώ οι επισκέπτες με την βοήθεια των ιερέων, ερχόντουσαν σε επαφή με τις ψυχές των νεκρών και ζητούσαν πληροφορίες για το μέλλον. Το μαντείο ήταν ένα νησάκι στη τότε λίμνη Αχερουσία και περιβάλλονταν από το άλσος της Περσεφόνης. Το μαντείο ήταν οχυρωμένο, σαν φρούριο.
Στην Οδύσσεια του Όμηρου, που γράφτηκε στα τέλη του 8ου π.Χ. αιώνα, αναφέρεται η λατρεία της Περσεφόνης και του Άδη. Επίσης στην Οδύσσεια αναφέρεται ότι η μάγισσα Κίρκη συμβουλεύει τον Οδυσσέα να πάει στον Άδη να συναντήσει την ψυχή του μάντη Τειρεσία, για την επιστροφή του στην Ιθάκη.
Φαίνεται πως ο Όμηρος είχε επισκεφθεί την περιοχή. Κοντά στο νεκρομαντείο βρίσκονταν και μία από τις καθόδους του Άδη. Ήταν το μοναδικό νεκρομαντείο στην αρχαία Ελλάδα για επικοινωνία με τις ψυχές. Οι ψυχές ήταν άυλες σαν σκιές και προέβλεπαν το μέλλον. Οι ιερείς υποδέχονταν τους προσκυνητές υποβάλλοντάς τους σε ψυχοσωματική δοκιμασία.
Γίνονταν μεγάλες προσφορές από τους επισκέπτες για εξευμενισμό των ψυχών. Οι ιερείς ήταν οι μεσολαβητές που με σιδερένιους τροχούς ανέβαζαν το είδωλα των νεκρών από την κάτω αίθουσα. Οι επισκέπτες έβγαιναν από άλλη έξοδο για να μην έλθουν σε επαφή με τους επόμενους επισκέπτες, για εξασφάλιση της μυστικότητας. Η μαρτυρία σε άλλους των όσων είδαν, θεωρούνταν βλασφημία και ετιμωρείτο με θάνατο.
Ο Ηρόδοτος αναφέρει τη σπουδαιότητα του μαντείου και ιδίως τον χρησμό της Μέλισσας προς τον Περίανδρο. Το 167 π.Χ. το μαντείο πυρπολήθηκε από τους Ρωμαίους.