Το Κατωγέφυρο βρίσκεται κάτω από το χωριό Ωραιόκαστρο του Πωγωνίου. Είναι μικρό πέτρινο γεφύρι που αποτελείται από δύο άνισα τόξα που γεφυρώνουν τις όχθες του ποταμού Γορμού. Η κατασκευή του χρονολογείται στο 1889 και διατηρείται μέχρι σήμερα σε άριστη κατάσταση.
Μετά τη Ζίτσα, κοντά στο χωριό Λίθινο, ο ποταμός Καλαμάς έκανε το “θαύμα” του. Σκάλισε με τα άγρια νερά του τον μεγάλο βράχο και παρουσίασε το παράξενο δημιούργημα “Θεογέφυρο” που επί αιώνες διευκόλυνε το πέρασμα του ποταμού μια και αυτός με τα πολλά νερά του δεν επέτρεπε αλλού τη διάβαση των κατοίκων. Το γεφύρι αυτό, υπήρξε πηγή έμπνευσης για τη Χρυσάνθη Ζιτσαία που το 1956 έγραψε και δημοσίευσε «Το θρύλο του Θεογέφυρου».
Το γεφύρι του Νούτσου (ή Κόκκορη όπως είναι επίσης γνωστό) βρίσκεται στο κεντρικό Ζαγόρι, κοντά στο χωριό Κουκούλι, 39 χλμ. από τα Γιάννενα, στο ποτάμι του Βοϊδομάτη. Ο Νούτσος Κοντοδήμος από το Βραδέτο χρηματοδότησε την κατασκευή του γεφυριού, το οποίο πήρε το όνομα του ευεργέτη. Η επιγραφή σε μαύρη πλάκα αναγράφει χρονολογία 1750 ή 1752 (ο Λαμπρίδης αναφέρει και τον Νούτσο Καραμερσίνη ως κατασκευαστή το 1768).
Λέγεται και γεφύρι του Κόκκορη (ή Κόκκορου) γιατί, ο Κόκκορος από το Κουκούλι, που είχε μύλο εκεί, διέθεσε το 1910 χρήματα για την επισκευή του. Τελευταία, το γεφύρι επισκευάστηκε ξανά από την ένωση Ζαγορισίων.
Δίπλα στο γεφύρι βρίσκεται η σπηλιά που κρύφτηκε ο λήσταρχος Νταβέλης με δύο άλλους ληστές. Από μια πρόχειρη ξύλινη γέφυρα κοντά στο γεφύρι του Κόκκορου περνούσαν φορτωμένες με πυρομαχικά και εφόδια οι γυναίκες της Πίνδου κατά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Το γεφύρι του Βοϊδομάτη βρίσκεται κοντά στο χωριό Κλειδωνιά της περιοχής Κόνιτσας, εκεί που ο παραπόταμος του Αώου Βοϊδομάτης βγαίνει από την άγρια κατάφυτη χαράδρα του Βίκου προς τον κάμπο της Κόνιτσας.
Από πολύ παλιά είχαν γίνει αρκετές αποτυχημένες προσπάθειες για γεφύρωση. Τελικά το 1853 χτίστηκε το ωραίο μονότοξο πέτρινο γεφύρι από τον Μίσιο.
Κάτω αριστερά από το γεφύρι υπάρχει λιθόστρωτο μονοπάτι που οδηγεί προς τη χαράδρα του Βίκου. Επίσης, μπορείτε να δείτε το γεφύρι και από το Βοϊδομάτη, κάνοντας διαδρομή με κανό.
Κοντά στο χωριό Σενίκο και πάνω από τα νερά του που πηγάζει από την Ολύτσικα βρίσκεται το ποταμού της Τύριας πέτρινο γεφύρι της Τύριας. Περιλαμβάνει δύο τόξα με το ύψος του μεγαλύτερου να είναι σχεδόν 10 μέτρα και άνοιγμα καμάρας 14 μέτρα. Το μικρότερο τόξο έχει άνοιγμα 2,5 μέτρα. Ο χρόνος κατασκευής του είναι άγνωστος.
Ο ορμητικός Άραχθος ποταμός, ο αρχαίος Ίναχος, ήταν το μεγάλο εμπόδιο για την μετακίνηση των κατοίκων και των μεγάλων κοπαδιών των νομάδων κτηνοτρόφων της περιοχής των Τζουμέρκων. Πολλοί άνθρωποι και ζώα χάνονταν στον ορμητικό Άραχθο, εκεί κοντά που βγαίνει από την απότομη χαράδρα του, στη θέση Πλάκα Ραφταναίων.
Προηγούμενες προσπάθειες που έγιναν για γεφύρωση απέτυχαν.
Το 1863, την ημέρα των εγκαινίων της γέφυρας, σωριάστηκε στην κοίτη του ποταμού. Αργότερα ανέλαβε ο πρωτομάστορας Κώστας Μπέκας από τα Πράμαντα να το χτίσει με δικό του σχέδιο. Με εράνους μαζεύτηκαν 187.000 γρόσια και το 1866 χτίστηκε το γεφύρι, μονότοξο, με μήκος 40 μ. και ύψος 20 μ. Είναι το μεγαλύτερο μονότοξο γεφύρι της Ηπείρου. Στις άκρες του έχει και δύο μικρότερα τόξα, ανοίγματος 6 μ. Εξαιρετικό σε τέχνη, το θαύμασαν και το θαυμάζουν όλοι.
Δίπλα από το γεφύρι βρίσκεται το παλιό Χάνι, όπου στη διάρκεια της κατοχής υπεγράφη το «σύμφωνο της Πλάκας», μεταξύ των αντιστασιακών οργανώσεων Ε.Δ.Ε.Σ. και Ε.Λ.Α.Σ. για παύση των εχθροπραξιών μεταξύ τους.
Όλη η συγκοινωνία τώρα διεξάγεται από γέφυρα νέου τύπου, λίγο πιο κάτω από την παλαιά, αφήνοντας την μόνη και έρημη, αλλά πάντα περήφανη.
Tο γεφύρι έπεσε την 1η Φεβορυαρίου 2015 εξαιτίας των έντονων βροχοπτώσεων και των ακραίων καιρικών φαινόμενων που έπληξαν την ευρύτερη περιοχή της Ηπείρου. Έκτοτε γίνονται προσπάθειες αναστήλωσής του από την Περιφέρεια Ηπείρου με τη συνδρομή του Υπουργείου Πολιτισμού και Αθλητισμού.
Κοντά στην Κόνιτσα, στην έξοδο του Αώου ποταμού, βρίσκεται το μονότοξο λιθόκτιστο γεφύρι που είναι από τα μεγαλύτερα της Ελλάδος. Έχει ύψος 20 μέτρα και μήκος 40 μέτρα. Χτίστηκε το 1870 από τον πρωτομάστορα Ζιώγα Φρόντζο από την Πυρσόγιαννη και με έξοδα του τραπεζίτη Ι. Λούλη από τα Κατσανοχώρια.
Η κατασκευή του τελείωσε το 1871 και στοίχισε 120.000 γρόσια Τούρκικα. Προηγούμενες ξύλινες κατασκευές του 1823 και μετέπειτα, τις πήρε το ποτάμι. Αξιοσημείωτο είναι ότι ο αρχιμάστορας Ζιώγας Φρόντζος ήταν ένας αγράμματος λαϊκός τεχνίτης.
Το γεφύρι αυτό πράγματι είναι ένα χάρμα τέχνης και ομορφιάς, τέλειο στη γραμμή του, αντάξιο της μαστορικής παράδοσης της εποχής του. Το γεφύρι επισκευάστηκε το 1913 γιατί το κανονιοβόλησε ο Τζαβήτ πασάς που οπισθοχωρούσε.
Το καμπανάκι που κρέμονταν κάτω από την καμάρα για να ειδοποιεί τους περαστικούς όταν φυσούσε δυνατός αέρας (έδινε σήμα κινδύνου), είχε χαθεί παλαιά και αντικαταστάθηκε το 1975. Κάτω δεξιά από το γεφύρι, ένα ωραίο μονοπάτι οδηγεί προς τη μονή Στομίου.
Κατεβαίνοντας από την Πράμαντα του νομού Ιωαννίνων προς Χριστούς-Καλαρρύτες συναντάμε τον συνοικισμό της Κηπίνας στον Καλαρρύτικο ποταμό (παραπόταμος του Αράχθου). Εδώ χτίστηκε το ωραίο πέτρινο γεφύρι που διευκολύνει το πέρασμα προς το μοναστήρι και τους Καλαρρύτες.
Στην περιοχή των Κατσανοχωρίων, κοντά στο χωριό Φορτόσι και πάνω από τα ορμητικά νερά του Αράχθου έχει κτιστεί το ωραίο πέτρινο γεφύρι της Πολιτσάς. Είναι τετράτοξο με το κεντρικό τόξο να έχει ύψος περίπου 14 μέτρα και μήκος 24 μέτρα περίπου.
Χτίστηκε από μαστόρους εκ Αμπελοχωρίου, ενώ το 1874 ο Ι. Λούλης διέθεσε τα χρήματα για την συντήρησή του. Πολύ κοντά σε αυτό το υπέροχο γεφύρι βρίσκεται το σημερινό νεώτερο.
Στην περιοχή του Ανατολικού Ζαγορίου, κοντά στους Μηλιωτάδες, πάνω από τον ποταμό Ζαγορίτικο βρίσκεται το επιβλητικό μονότοξο πέτρινο γεφύρι του Καμπέρ Αγά. Το άνοιγμά του αγγίζει τα 18 μέτρα και το ύψος του τα 5 μέτρα. Το όνομα του το οφείλει στον αγά Καμπέρ που έδωσε χρήματα για την κατασκευή του. Παλαιότερα υπήρχε εδώ και ομώνυμο χάνι για την ξεκούραση των ταξιδιωτών που περνούσαν από την περιοχή.
Κοντά στους Κήπους Ζαγορίου 39 χλμ. από τα Γιάννενα, βρίσκεται το ωραιότατο τρίτοξο γεφύρι. Λέγεται καλογερικό γιατί από ξύλινο που είχε φτιάξει ο Ρούσσης από τους Νεγάδες για να πηγαίνουν στο μύλο οι κάτοικοι, έφτιαξε πέτρινο ο ηγούμενος Σεραφείμ από το μοναστήρι του Προφήτη Ηλία το 1748.
Πήρε και το όνομα Πλακίδα γιατί το επισκεύασαν το 1863 ο Αλέξης και ο Ανδρέας Πλακίδας που ήταν από το Κουκούλι. Τότε επισκεύασαν και την κοντινή βρύση που λέγεται : «Βρύση του Πλακίδα».
Το 1912, ο Ευγένιος Πλακίδας διέθεσε χρήματα για νέα επισκευή. Μέχρι το 1964 έγιναν άλλες τρεις επισκευές και ο Γεώργιος Μυλωνάς, υπουργός προεδρίας της κυβερνήσεως το κατέταξε στα διατηρητέα γεφύρια.
Ο νερόμυλος που λειτουργούσε πλάι από το γεφύρι, είχε και νεροτριβή. Η κληρονόμοι του μυλωνά, τον πούλησαν στο μοναστήρι του Αϊ Λιά της Βίτσας και τελικά έγινε κτήμα του χωριού Κουκούλι το 1851. Ο μύλος σήμερα είναι γκρεμισμένος και έμεινε μόνο το γεφύρι που τον εξυπηρετούσε.
Το γεφύρι βρίσκεται κάτω από το σημερινό χωριό Αμπελώνας (Πόβλα) στον ποταμό Παύλα (αρχαίος Ξάνθος). Απέχει 30 χιλιόμετρα από τους Φιλιάτες Θεσπρωτίας. Είναι πέτρινο με μεγάλο τόξο και είναι στηριγμένο πάνω σε βράχια.
Στέκεται όρθιο από το 1798 μέχρι σήμερα και εξυπηρετεί όλα τα χωριά της περιοχής. Πριν γίνει το γεφύρι, τα χωριά έχασαν πολλούς ανθρώπους και ζώα, στην προσπάθεια να περάσουν το ποτάμι.
Μεταξύ αυτών που χάθηκαν στον ποταμό ήταν και ο καλόγερος του Μοναστηριού της Καμίτζανης που παρασύρθηκε μαζί με τα άγια λείψανα. Το γεφύρι εγκαινίασαν επτά παπάδες ενώπιον όλων των κατοίκων των χωριών της περιοχής και έγινε μεγάλο γλέντι.
Το πασίγνωστο γεφύρι της Άρτας βρίσκεται στα δυτικά της πόλης της Άρτας και απέχει από το κέντρο 1 χλμ. Είναι το πιο γνωστό πολύτοξο γεφύρι της Ηπείρου, που γεφυρώνει τις δύο όχθες του ποταμού Αράχθου. Είναι ένα από τα καλύτερα διατηρούμενα μνημεία της Άρτας. Διακρίνεται για τη μοναδική αρχιτεκτονική του αλλά και για τους θρύλους που έχουν συνδεθεί με την κατασκευή του.
Χρονολογικά, το χτίσιμο του δεν έχει καθοριστεί ακριβώς. Υπάρχουν διάφορες εκδοχές. Φαίνεται ότι έχει θεμελιωθεί κατά τον 3ο π.Χ. αιώνα, επί βασιλέως Πύρρου και ολοκληρώθηκε σε τρεις περιόδους επί Δεσποτάτου της Ηπείρου. Είναι κομψό, επιβλητικό και οι καμάρες του στηρίζονται σε ευρείες βάσεις.
Η όλη κατασκευή του προκαλεί το θαυμασμό. Κατά καιρούς έγιναν επισκευές και προσθήκες στην κατασκευή, με τελευταία εκείνη του 1612. Είναι το γεφύρι που η μεγάλη δυσκολία κατασκευής του έδωσε τροφή στην παράδοση, τον μύθο, την ποίηση, τη ζωγραφική, τη μουσική και το θέατρο για να εξυμνηθεί ο δύσκολος αγώνας του ανθρώπου για έργα σαν αυτό.
Στο χτίσιμο του γεφυριού αναφέρονται θρύλοι γοητευτικοί, με συγκινητικότερο εκείνο της θυσίας της γυναίκας του πρωτομάστορα. Το γνωστό δημοτικό τραγούδι «της Άρτας το γεφύρι», που υπήρξε πρότυπο για παραλλαγές σε όλη τη Βαλκανική χερσόνησο, αναφέρει σχετικά σε στίχο του: «Αν δε στοιχειώσετε άνθρωπο, γεφύρι δεν στεριώνει». Η λαϊκή παράδοση από τους αρχαίους χρόνους απαιτεί θυσία στα θεμέλια των δύσκολων έργων, με κορύφωμα την ανθρωποθυσία, όπως στη γέφυρα της Άρτας.
Το έτος 1881 εδώ ήταν τα σύνορα μεταξύ της ελεύθερης Ελλάδας και της τουρκοκρατούμενης λοιπής Ηπείρου. Κοντά στο γεφύρι βρίσκεται και ο περίφημος πλάτανος. Από τον ίσκιο του ο Αλή πασάς απολάμβανε τον απαγχονισμό όσων καταδίκαζε. Ο δημοτική παράδοση αναφέρεται στο γεγονός με το τραγούδι «Τι έχεις καημένε πλάτανε και στέκεις μαραμένος…»
Το γεφύρι μπορεί να επισκεφθεί κανείς καθημερινά, όλες τις ώρες.